Η Marina Chapman γεννήθηκε το 1950 στο Γιορκσάιρ και στην ηλικία των 5 ετών απήχθη, για να εγκαταλειφθεί λίγο αργότερα από τους απαγωγείς της στη ζούγκλα της Κολομβίας. «Το μόνο που θυμάμαι είναι τα χέρια στο πρόσωπό μου και η έντονη μυρωδιά από το χλωροφόρμιο. Κάτι πήγε εν τέλει στραβά με την απαγωγή μου», περιγράφει η Marina στο βιβλίο της με τίτλο «The Girl with No Name», που πρόκειται να κυκλοφορήσει τον επόμενο Απρίλιο στη Βρετανία.
Η 62χρονη σήμερα γυναίκα έζησε πέντε ολόκληρα χρόνια μαζί με μια αποικία πιθήκων καπουτσίνων μέσα στη ζούγκλα της Κολομβίας, όπου έμαθε να επιβιώνει κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. «Αναγκάστηκα να πιάσω πουλιά και κουνέλια με γυμνά χέρια για να μπορέσω να ζήσω. Το ένστικτο της επιβίωσης είναι, ξέρετε, ισχυρό. Αλλά και ο φόβος… Ο φόβος σε καταβάλλει! Έμαθα πολλά από τους πιθήκους και αισθανόμουν ασφάλεια κοντά τους… Άλλωστε δεν είχα και κανέναν άλλον. Τώρα πια τα θυμάμαι σαν όνειρο όλα αυτά αλλά και όσο διάβαζα την ιστορία του Ταρζάν στις κόρες μου με έπιανε ένα σφίξιμο στο στομάχι. Η ζωή μου για 5 χρόνια ήταν δύσκολη, αλλά οι πίθηκοι με βοήθησαν να επιβιώσω…», ολοκληρώνει η Marina τη σύντομη περιγραφή της συγκλονιστικής περιπέτειάς της στη ζούγκλα.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Marina έζησε αρκετά χρόνια στην Κολομβία και υιοθετήθηκε εν τέλει από Βρετανούς, οπότε και επέστρεψε στη χώρα της για να ζήσει στο Μπράντφορντ, όπου παντρεύτηκε και απέκτησε δύο κόρες. Το βιβλίο της ήδη κυκλοφορεί σε αρκετές χώρες, ενώ ένα ντοκιμαντέρ με τη ζωή προετοιμάζεται από τη βρετανική τηλεόραση. «Θέλησα να πω την ιστορία μου όχι για κανέναν άλλο λόγο αλλά για να ευαισθητοποιήσω τον κόσμο σχετικά με τη φρίκη της εμπορίας των ανθρώπων στη Νότια Αμερική», ανέφερε στο δημοσιογράφο της εφημερίδας «Sunday Times».
perierga.gr