Ο γύπας ή το όρνιο, όπως είναι γνωστό στην Κρήτη, είναι ένας είδος που αναπαράγεται από την αρχαιότητα!
Η αλήθεια είναι ότι δεν το χαρακτηρίζει η ομορφιά του, ενώ και μόνο το γεγονός ότι τρέφεται από πτώματα ζώων, πολλές φορές προκαλεί την αποστροφή του ανθρώπου. Επίσης λόγω της φύσης του, πολλές φορές συνδέεται και με αρνητικούς οιωνούς αλλά και καταστάσεις.
Αυτό το αρπακτικό πουλί όμως που «ζει» αιώνες μια ζωή φυσιολογική και μάλιστα δείχνει να "υποτάσσεται" στο θηλυκό, έχει καταφέρει μεν να επιβιώσει σε αντίξοες συνθήκες, απειλείται δε με εξαφάνιση.
Σημαντικότερη απειλή για το Όρνιο θεωρείται η εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας αφού αυτό σημαίνει ότι μειώθηκαν και τα πτώματα των αιγοπροβάτων που αποτελούσαν τροφή του είδους.
Άλλες απειλές για το Όρνιο είναι το παράνομο κυνήγι και η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων.
Ο πληθυσμός του γύπα (GypsFulvus) ή «πυρόχρους» δεν αριθμεί πολλά ζευγάρια στην Ελλάδα με τα περισσότερα να ζουν στην Κρήτη.
Ο αριθμός των ζευγαριών που βρίσκουν «στέγη» στο νησί είναι 250 αναπαραγωγικά ζευγάρια, συνολικά 750 άτομα σύμφωνα με τα στοιχεία του 2012.
Οι επιστήμονες του ΜΦΙΚ (Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης) χρόνια τώρα κάνουν αγώνα για την επιβίωση των πληθυσμών και σε αυτή την προσπάθεια δεν είναι πλέον μόνοι.
Στο δήμο Γόρτυνας όλα είναι έτοιμα για να δημιουργία του πρώτου κέντρου αποκατάστασης γυπών στο νησί.
Ο σκοπός που θα εξυπηρετηθεί είναι η δημιουργία γενετικού αποθέματος και η ενδυνάμωση του Κυπριακού Πληθυσμού του είδους, στην Κύπρο τα ζευγάρια είναι ελάχιστα, καθώς και η διατήρηση και διαχείριση του κρητικού πληθυσμού.
Σύμφωνα με τη μελέτη θα κατασκευαστεί ένας κλωβός, μια ταΐστρα κι ένα παρατηρητήριο πουλιών. Όλα αυτά θα γίνουν στο πιο κατάλληλο μέρος, στους πρόποδες του Ψηλορείτη, όπου θα τηρούνται όλες οι προβλεπόμενες νομικές διατάξεις για τη διατήρηση ζώων σε αιχμαλωσία και όλες οι απαραίτητες προϋποθέσεις (τεχνικές και κτηνιατρικές) για την αποτελεσματική επανένταξη τους στο φυσικό περιβάλλον.
Οι συνήθειες του γύπα (GypsFulvus)
Είναι μεγάλο και βαρύ αρπακτικό με άνοιγμα φτερούγων 260 εκ. και μήκος σώματος 97-104 εκ. Όταν κουρνιάζει διακρίνεται χαρακτηριστικά το γυμνό από φτερά κεφάλι του με το κολάρο από λογχοειδή κοντά φτερά στη βάση του λαιμού.
Τα φτερά του κολάρου είναι αυτά από τα οποία διακρίνεται κυρίως αν το πουλί είναι ενήλικο (με άσπρα κοντά φτερά) ή νεαρό (με καφέ μακριά φτερά). Υπάρχουν όμως κι άλλες διαφορές ανάμεσα στις ηλικίες. Το ενήλικο έχει ασπρογκρίζο κεφάλι και λαιμό, καφέ ως ασπρογκρίζο φτέρωμα, άσπρο-κίτρινο ράμφος, καφέ-κιτρίνη ίριδα.
Το νεαρό πουλί έχει λευκό κεφάλι και λαιμό, κανελί φτέρωμα, μακρύτερα δάχτυλα στις άκρες των φτερούγων, μολυβί ράμφος, και καφέ ίριδα.
Κατά την πτήση του, το Όρνιο διακρίνεται κυρίως από την κοντή ουρά και τις φαρδιές φτερούγες του. Συνήθως τα Όρνια γυροπετούν σε μεγάλους, αργούς κύκλους, εκμεταλλευόμενα τα θερμά ανοδικά ρεύματα αέρα, ώστε να κερδίσουν ύψος και κατόπιν πλανάρουν με ακίνητες φτερούγες (παθητική πτήση) διασχίζοντας έτσι μεγάλες αποστάσεις.
Το Όρνιο τρέφεται με ψοφίμια κτηνοτροφικών ζώων μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους. Προτιμά κυρίως τα μαλακά μέρη των νεκρών ζώων, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στα εντόσθια.
Η οξεία του όραση, οι πτητικές του συνήθειες και κυρίως η αγελαία του συμπεριφορά το βοηθούν να εντοπίζει τα πτώματα πριν τη σήψη, γεγονός ιδιαίτερα ωφέλιμο σε θερμά κλίματα όπου τα νεκρά ζώα αποτελούν εστίες μόλυνσης.
Μία ομάδα από 60-80 Όρνια μπορεί να καταναλώσει ένα κουφάρι προβάτου μέσα σε 5-10 λεπτά ή ένα μεγάλο οπληφόρο (αγελάδα, άλογο κλπ.) σε 3-4 ώρες. O χώρος αναζήτησης τροφής εκτείνεται συνήθως σε ακτίνα 30-40 χλμ, αλλά μπορεί να φθάσει και μέχρι τα 200-300 χλμ.
Ξενώνας 192 τμ. με μπανιέρα!
Ο κλωβός που προβλέπεται να κατασκευαστεί στους πρόποδες του Ψηλορείτη βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Γέργερης στη θέση «Σελιά».
Η εισαγωγή των πουλιών σε κλωβό κρίνεται απαραίτητη διότι θα παρέχεται η δυνατότητα διατήρησης αλλά και σύλληψης ατόμων από τον άγριο πληθυσμό.
Ο κλωβός που θα κατασκευαστεί θα καταλαμβάνει συνολική έκταση 192,00 τ.μ , η περίμετρος θα είναι 64 μέτρων και θα είναι χωρητικότητας περίπου 20 πουλιών τα οποία θα μπορούν να εξασκούν πτήσεις στο εσωτερικό του.
Το κλουβί θα καλυφθεί με γαλβανισμένο συρματόπλεγμα σε όλες τις πλευρές του.
Θα έχει μέσα άμμο και βράχια, θέσεις ξεκούρασης και οριζόντιες κούρνιες και θα τοποθετηθούν μακριά από την ψηλή θέση ξεκούρασης ώστε τα πουλιά να αναγκάζονται να πετούν εντός του κλωβού.
θα υπάρχουν επίσης δύο ποτίστρες και μια μικρή «μπανιέρα».
Στην περιοχή Σελιά , έχουν γίνει και άλλες παρεμβάσεις, ήπιες προς το περιβάλλον
Η παροχή πρόσθετης τροφής είναι απαραίτητη για την ενδυνάμωση του πληθυσμού του Γύπα. Αποδεδειγμένα αποτελεί μια από τις κυριότερες διαχειριστικές δράσεις πού δίνει αποτέλεσμα σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα. Η λειτουργία μόνιμης ταΐστρας είναι απαραίτητη για τους ακόλουθους λόγους:
α) Η δίαιτα της πλειοψηφίας των αρπακτικών πουλιών εξαρτάται κάποια περίοδο από ψόφια ζώα. Επιπλέον, ορισμένα αρπακτικά εξαρτώνται αποκλειστικά από ψόφια ζώα κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων περιόδων, όπως για παράδειγμα τους χειμερινούς μήνες. Η λειτουργία μόνιμης ταΐστρας στοχεύει στη διατήρηση – προστασία τόσο του Γύπα.
β) Οι νεαροί και οι ανώριμοι Γύπες μένουν μεγάλα χρονικά διαστήματα σε περιοχές που υπάρχει επάρκεια τροφής. Με τη λειτουργία μόνιμων ταϊστρών σε όλη τη διάρκεια του έτους μειώνονται οι περιπλανήσεις για την αναζήτηση τροφής και – κατά συνέπεια – σχετικοί κίνδυνοι δευτερογενούς δηλητηρίασης.
γ) Οι μόνιμες ταΐστρες χρησιμοποιούνται κυρίως από τα κοράκια και τα Όρνια, που με τη σειρά τους προσελκύουν τους ανώριμους Γύπες. Ο Γύπας, εξάλλου, εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τα πτωματοφάγα αρπακτικά για τον εντοπισμό της τροφής του.
δ) Για την προώθηση του οικοτουρισμού απαιτείται η συγκέντρωση ενός μεγάλου αριθμού από μεγάλα και εντυπωσιακά πτωματοφάγα αρπακτικά πουλιά στην περιοχή, ενώ επιπλέον είναι σημαντικό η παρουσία αυτών των αρπακτικών να είναι σχετικά προβλέψιμη. Ένα από τα καταλληλότερα είδη για το σκοπό αυτό είναι και ο Γύπας (Gypsfulvus).
Η περίφραξη της εν λόγω μόνιμης ταΐστρας θα εξυπηρετήσει τους παρακάτω σκοπούς:
α) την παρεμπόδιση των σαρκοφάγων θηλαστικών της περιοχής να προσεγγίσουν τη θέση της ταΐστρας και να καταναλώσουν τα υπολείμματα τροφής που ρίπτονται εκεί για τα αρπακτικά πουλιά,
β) την αποφυγή της προσέλκυσης αδέσποτων σκυλιών από την λειτουργία της ταΐστρας και συνεπώς τη μείωση των σχετικών αντιδράσεων των κτηνοτρόφων και
γ) λόγους υγιεινής της ευρύτερης περιοχής.
Σημειώνεται ότι οι τεχνητές ταΐστρες είναι μικρού μεγέθους, βρίσκονται σε περιοχές μεσαίου ή μεγάλου υψομέτρου και τέλος εγκαθίστανται σε σχετικά απότομες πλαγιές των βουνών, ώστε να μην είναι προσβάσιμες από θηλαστικά και να μην καλύπτονται από χιόνι.
Η θέση της ταΐστρας επιλέχθηκε κατόπιν συνεννοήσεως με το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας και το Δήμο Γόρτυνας.
Παρατηρητήριο πουλιών
Στην ίδια θέση με την ταΐστρα θα γίνει και το κλειστό παρατηρητήριο για την παρακολούθηση της ταΐστρας του Ψηλορείτη και μονοπάτι πρόσβασης.
Πρόκειται για απλή κατασκευή από πέτρα και ξύλο η οποία θα γίνει με τρόπο ώστε να δένει αισθητικά με το περιβάλλον.
Οι σκοποί που θα εξυπηρετηθούν είναι:
α)προστασία των αρπακτικών, καθώς θα διευκολύνεται η παρακολούθηση της λειτουργίας της μόνιμης ταΐστρας, πλησίον της οποίας θα κατασκευαστεί το παρατηρητήριο,
β)συμβολή στην Περιβαλλοντική εκπαίδευση και
γ) συμβολή στις οικοτουριστικές επισκέψεις
*Η σύμβαση του έργου ύψους 122.500 ευρώ έχει ήδη υπογραφεί ενώ το έργο χρηματοδοτείται από το πρόγραμμα Διασυνοριακής Συνεργασίας «Ελλάδα –Κύπρος 2007-2013» Άξονας προτεραιότητας 2. Φυσικό και Πολιτισμικό Περιβάλλον «Ενδυνάμωση του Κυπριακού πληθυσμού (GypsFulvus)με άτομα από την Κρήτη (Ελλάδα).